Λόγος περί Μετανοίας

2014-10-02 20:51

 

Δημητρίου Π. Λυκούδη

Θεολόγου – Φιλολόγου, Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών

  

Η μετάνοια είναι επανατοποθέτηση της ημετέρας υποστάσεως στη σφαίρα του ¨συμπαντικού γίγνεσθαι¨, επαναπροσδιορισμός, επάνοδος στο ¨κατά φύσιν¨ και ¨υπέρ φύσιν¨, επαναλειτουργία των θεόσδοτων ενεργειών και ενεργημάτων εντός σου, όλων εκείνων των μυστικών λειτουργιών που παρακινούν αδιάκοπα και ακόρεστα την ψυχή σου προς κάθε ουράνιο και αιώνιο, προς κάθε μακάριο και αείχρονο. Η μετάνοια δεν αυτοκρίνεται, δεν αυτοελέγχεται και σχεδόν ποτέ δεν αυτοκατατίθεται, αλλά πάντοτε ετεροπροσδιορίζεται και ετεροδομείται στην ετερότητα, όχι βέβαια ως ετερόφωτο στοιχείο, αλλά ως σχεσιακή ύπαρξη και οντότητα. Με άλλα λόγια, εάν η μετάνοια χαρακτηρίζει το πρόσωπό σου, να είσαι σίγουρος, θα είσαι ο έσχατος πάντων που θα κατανοήσεις του λόγου το αληθές, διότι πρώτα, αυτή η μετανοούσα διάθεση καθίσταται αντιληπτή και διακριτή στον κοινοτικό σου χώρο και περίγυρο.Λέγει χαρακτηριστικά επ΄αυτού ο ιερός Χρυσόστομος: «Ώσπερ οι σπείροντες δεν ωφελούνται όταν ρίξουν τον σπόρον εις την στράταν, ούτως ουδέ ημείς ωφελούμεθα λεγόμενοι Χριστιανοί, εάν δεν έχωμεν και τα έργα να ακολουθούν το όνομα»[1]. Εάν λοιπόν τα έργα σου είναι φιλάρετα και φιλόθεα, τότε, σχεδόν πάντοτε, και η μετάνοιά σου θα είναι αληθινή και θεοφόρος, γιατί θα κατοικεί επ΄ αυτής το πλήρωμα της αγιοπνευματικής θαλπωρής και κατανύξεως. Και γράφω σχεδόν πάντοτε διότι η μετάνοια απαιτεί χρόνο, ζυγίζεται με βάση την ποιότητα και ακόμα περισσότερο, η μετάνοια συνοδεύεται από την ταπεινωτική προδιάθεση και καλλιέργεια του νοός σου. Έχεις ταπείνωση σήμερα και προσκρούεις στην αυριανή μετάνοια, καθώς η ταπείνωση είναι το πνευματικό περιβόλι, ο εύωσμος και αγλαόκαρπος κήπος μέσα στον οποίο μπορεί και αρέσκεται ¨εν σιωπή¨ να αναπτύσσεται και να ευωδιάζει ως μυρίπνοο άνθος η μετάνοια. Και αν πάλι ο Ουρανός σου ¨απαντήσει¨ και σου προσδώσει τη χάρη των ιαμάτων και της δωρεάς και αποκτήσεις μετάνοια, πάλι και τότε φύλαξε και διαφύλαξε σφαλερώς και μετά περισσής σπουδής και γνώσης την ταπείνωση, εάν θέλεις η μετάνοιά σου να έχει διάρκεια επί της γης και ακολούθως, διάρκεια και ποιότητα στην ζωή σου πέραν του τάφου.

Μετάνοια σημαίνει εναλλαγή των καρδιακών προσλήψεων[2], νέα απαρχή, ποιότητα και δομή των σκέψεων, εμποτισμό του νου στην χριστολογική και εκκλησιοκεντρική πραγματικότητα, μετάνοια σημαίνει αφαιρώ ¨δικαιώματα¨ από το προσωπικό μου λεξιλόγιο, προσθέτω και επανδρώνω την αντιληπτική μου κρίση με αγαπητικά κριτήρια. Μετάνοια σημαίνει υπάρχω, και πάλι ζω , σκέπτομαι, συνυπάρχω, πορεύομαι…

Η έμπρακτη και στο βάθος του χρόνου έκφραση της μετάνοιας στην πραγματικότητα επαναφέρει τον πιστό στη σφαίρα της κοινοτικής και λειτουργικής συνέσεως, δηλαδή επαναγεύεται τη μυστηριακή χάρη ενεργά και συνειδητά στο Σώμα της Εκκλησίας, διαμέσου της οποίας φθάνουμε «εις επίγνωσιν του μυστηρίου του Θεού και Πατρός και του Χριστού»[3]. Αυτή δε η επίγνωση, αποκαλύπτει στους πιστούς όλα εκείνα τα άρρητα και άφθαρτα, στους πιστούς που βιώνουν ¨εν μετανοία¨ χρόνια και καθολικά την κοινοτική εκκλησιοκεντρική ενότητα «συν πάσι τοις αγίοις»[4].

Στο δε ερώτημα πώς να αποκτήσω μετάνοια, τι πρέπει να κάμνω για να βάλω αρχή επανόδου και επιστροφής, απαντώ ως ακολούθως: “Ηρωτήθην Γέρων: ¨Διά τι συνεχώς ολιγωρώ;¨ Και απεκρίθη: ¨ Επειδή ούπω τον ήλιον είδες¨»[5].

 

Παραπομπές:

1.Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μαργαρίται, εκδ. Ρηγόπουλου, 1977, σελ. 131. Βλ. σχ. και τις σελίδες 56-64.

2.Πρβλ., Ματθ., 15, 19. Γενικά περί Μετανοίας βλ. σχ., Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Ε΄ Περί μετανοίας, Ι.Μ. Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1998, σελ. 118-138, Ματθαιάκη Τίτου(πρ. Μητροπολίτου Παραμυθίας), Θέματα του Άμβωνος, τόμος Α΄, Αθῆναι 1980, κυρίως τις σελίδες 59-69 και 108-114, Αντωνόπουλου Νεκταρίου Αρχιμ.(νυν Μητροπολίτου Αργολίδος), Επιστροφή, Ακρίτας, Αθήνα 1996, Συμεών (πρ. Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων), Η τριλογία της αμαρτωλής στο ¨Πνευματικόν Τρίπτυχον¨, Δόμος, Αθήνα 1996, σελ. 156-158.

3.Κολ. 1, 26 και 2, 2-3.

4.Πρβλ., Εφ. 3, 18-19.

5.Το Μέγαν Γεροντικόν, τόμος Γ΄, Ι.Η. ¨Το Γενέσιον της Θεοτόκου¨, Πανόραμα Θεσ/νίκης 1997, σελ. 176.