Το Συνέδριο των παρανόμων

2014-10-02 21:14

 

Υπό Δημητρίου Π. Λυκούδη

Θεολόγου – Φιλολόγου, Υπ. Δρος Παν/μίου Αθηνών

 

¨Ότε παρέστης τω Καϊάφα, ο Θεός, και παρεδόθης τω Πιλάτω, ο Κριτής, αι ουράνιαι δυνάμεις εκ του φόβου εσαλεύθησαν¨[1]. Πράγματι! Εσαλεύθησαν άπασαι αι ουράνιαι δυνάμεις, Άγγελοι και Αρχάγγελοι, Κυριότητες, Αρχές, Εξουσίαι, Δυνάμεις, Θρόνοι, Σεραφείμ και Χερουβείμ. Εσαλεύθησαν τα ουράνια τάγματα των Αγγέλων, εσαλεύθη αυτός ο κόσμος, εσαλεύθη ο Ουρανός, και όμως, ο άνθρωπος στέκει τολμηρά ¨άτολμος¨, παρίσταται ενώπιον του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και πόρρω απέχει από το θείο και ζωοποιό Του δράμα, πόρρω απέχει από το δράμα Του Γολγοθά.Οι στρατιώτες οδηγούν τον Κύριο Ιησού Χριστό έμπροσθεν του Συνεδρίου, ενώπιον του Καϊάφα και του Πιλάτου, προκειμένου να του προσδώσουν την κατηγορία και να του αποδώσουν την ποινή του ατιμωτικού θανάτου, θανάτου δε Σταυρού.

Επί των ημερών του Ρωμαίου αυτοκράτορος Τιβερίου και του επάρχου της Ρώμης στην Ιουδαία Ποντίου Πιλάτου, Ο Ιησούς σύρεται από τον όχλο των άναρχων στρατιωτών εις τον αρχιερέα των Ιεροσολύμων Καϊάφα και εις τον πεθερόν του τελευταίου και πρώην αρχιερέα Άννα, ο οποίος ασκούσε μεγάλη και καταλυτική επιρροή εις τα λοιπά ιερατικά μέλη του Συνεδρίου. Αλλά για ποιό Συνέδριο ομιλούμε; Ποιό ήταν το Συνέδριο το οποίο κλήθηκε να αποδώσει δικαιοσύνην και κρίσην εις τον Δίκαιον της Οικουμένης Κριτήν;

Το Συνέδριο αποτελούσε την εποχή εκείνη την ύψιστη εθνικοθρησκευτική αρχή για τον υπόδουλον Ισραηλιτικόν λαόν, ένα είδος ¨Κυβερνητικής αρχής¨ με διοικητικήν και λίαν αυξημένην δικαστικήν εξουσίαν, πάντοτε βέβαια, υπό την προστασίαν και απόλυτην επιρροήν της Ρωμαϊκής αρχής και εξουσίας[2]. Αποτελείτο από 70 ή 71 άτομα και προήδρευε ο εκάστοτε αρχιερέας, μετά της λοιπής ιερατικής ¨αριστοκρατίας¨ και άλλων επισήμων λαϊκών μελών. Ονομάζεται ωσαύτως και ¨Πρεσβυτέριον¨[3], και ¨γερουσία¨ και ¨βουλή¨, ένεκα των ¨βουλευτών¨[4] που το συγκροτούσαν ή και ¨ Συνέδριο κριτών¨.

Ιδού λοιπόν το Συνέδριο των παρανόμων! Συνεκλήθη λίαν πρωί και εκλήθησαν άπαντες οι σύνεδροι! Ωσάν να τους αντικρίζω ενώπιον των οφθαλμών μου. Όρθρου βαθέως να περιφέρονται εις την αυλή του Καϊάφα, Φαρισαίοι και γραμματείς, Σαδδουκαίοι και πρεσβύτεροι, έτοιμοι να ολοκληρώσουν εντός ολίγων λεπτών το φοβερόν ανοσιούργημά των, εντός ολίγων λεπτών, άνευ μαρτύρων παρά του υποδίκου, πλην όμως συμπαρισταμένου του σύμπαντος Ουρανίου κόσμου και υπερκοσμίου στερεώματος. Και μη έχοντες άλλην τινά κατηγορίαν να απευθύνουν εις το πρόσωπον του Κυρίου Ιησού Χριστού, τον ρωτούν: «Συ ει ο Χριστός; Ειπέ ημίν»[5]. Είναι δε πασιφανές πως ο σκοπός του συνεδρίου εκείνου δεν ήταν η εύρεση της αλήθειας και η απονομή δικαιοσύνης, αλλά η με κάθε τρόπο, και δη εσπευσμένη, νομιμοποίηση ενός φοβερού εγκλήματος. Άραγε, εν μέσω των παρανόμων συνέδρων, να υπήρχε αναλογίζομαι και διερωτώμαι, να υπήρχε κάποιος σύνεδρος που να σκεπτόταν την ιερότητα της στιγμής, τη διαχρονικότητα και ισχύ της απόφασης και κρίσης του; Πολύ αμφίβολον.

«Συ ει ο Χριστός; Ειπέ ημίν». Και ο Κύριος Ιησούς Χριστός, για να τερματίσει τη παρωδία των αλόγων και χαμερπών συμβάντων και των όσων άλλων θα ακολουθούσαν είπε: «Υμείς λέγετε ότι εγώ ειμι!». Και έκτοτε η αλήθεια παραποιήθηκε σε βλασφημία και συνεχίζει έως σήμερα και μετουσιώνεται ο αληθινός λόγος σε δολερός και ατέρμονος της εποχής και κούφιος και ρηχός και αδήωτος και αναίστιος και ακάθαρτος και ανούσιος σε όσους εκουσίως τελούν και κατατίθενται εκτός της ποίμνης της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας. Τα δε όσα ακολούθησαν αναφέρονται αναλυτικά εις τα ιερά ευαγγέλια παρά των αγίων και ιερών ευαγγελιστών.

Παράνομοι οι Σύνεδροι, παράνομον το Συνέδριον, παράνομη και παράτυπη η συνεδρίαση, διότι έλαβε χώραν παραμονή της μεγάλης εορτής του Πάσχα, γεγονός που απαγορευόταν αυστηρά από τον Μωσαϊκό Νόμο. Παράτυπη, διότι κατά τη διάρκεια της δίκης δεν παρέστησαν ούτε δύο μάρτυρες ως συνηθιζόταν και προβλεπόταν εκ του τυπικού. Παράτυπη και παράνομη η συνεδρίαση διότι προηγήθηκε η αντικανονική νυκτερινή εξέταση των ψευδομαρτύρων υπό του Καϊάφα. Παράνομη η συνεδρίαση διότι εσφαλμένα το Συνέδριον απεφάνθη υπέρ της θανατικής καταδίκης του Ιησού την πρώτη ημέρα της συγκροτήσεώς του, και δη της πρώτης συνεδρίας του, απόφαση που νόμιμον ήταν να ληφθεί το πρωί της επομένης ημέρας και μάλιστα κατά τη διάρκεια νέας συνεδρίασης. «Είπατε παράνομοι, τι ηκούσατε παρά του Σωτήρος ημών; Ου νόμον εξέθετο και των προφητών τα διδάγματα; Πώς ουν ελογίσασθε Πιλάτω παραδούναι τον εκ Θεού Θεόν Λόγον;»[6]. Παράνομη η συνεδρίαση διότι εκλήθησαν οι δούλοι να κρίνουν τον Δεσπότην και Κύριον, εκλήθη το κτιστό να αποδώσει κρίσην εις τον Άκτιστον και Κτίστην!

Παράνομον Συνέδριον! Ακόμη και σήμερα, 2000 έτη και πλέον αυτών, υπάρχεις και ¨μεσουρανείς¨, διατείνεσαι πως ορθοτομείς, αλλά χλευάζεις και υποκρίνεσαι, παρατείνεσαι και από κόσμου ανατείνεσαι! Αλλά ακόμη και σήμερα, 2000 έτη και πλέον αυτών, ναι τόσα χρόνια μετά, ακόμη και σήμερα υπάρχουν φωνές που σιωπηλά θα σε κατακρημνίζουν δια του ευαγγελικού: «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και είς τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία»[7].

 

Παραπομπές:

1. Κάθισμα της Μ. Παρασκευής.

2. Για την ύπαρξη, λειτουργία και σημασία του Συνεδρίου βλ., σχ., Αγαπίδη Ιωάννου, Ο Ιησούς ενώπιον της Ιουδαϊκής και ρωμαϊκής δικαιοσύνης, Θεσσαλονίκη 1968, Κολιτσάρα Ιωάννου, Από το δράμα του Γολγοθά, τόμος Β΄, Ζωή, Αθήνα 2003, κυρίως τις σελίδες 93-123, Ροπς Ντανιέλ , Η καθημερινή ζωή στην Παλαιστίνη στους χρόνους του Ιησού, εκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 2005, τιςσελίδες 63-74, Quignebert, Le monde Juif vers le temps de Jesns, Paris 1968, σελ. 67-71, Friedlieb G.H., Archeologie de la Passion de N.S. Jesus Christ, Fr. Martin, Paris, σελ.13-143.

3. Πρβλ., Λουκ. κβ΄ 66, Πραξ. κβ΄

4. Πρβλ., Μάρκ. ιε΄ 43, Λουκ. κγ΄ 50.

5. Λουκ. κβ΄ 66.

6. Αντίφωνον εσπέρας Μεγάλης Πέμπτης.

7.Ιωάν. ιη΄ 37.