Η Υπερτροφία της Ηθικής

2017-06-23 21:54


Δημήτριος Π. Λυκούδης
Θεολόγος – Φιλόλογος, Υπ Δρας Παν/μίου Αθηνών
 
 

Η Δράση αποτελεί κατά τον Gehlen»την κεντρική έννοια της ανθρωπολογίας». Βέβαια, ο Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος (1904 – 1976), με τον όρο «δράση», προφανώς, δεν αναφέρεται στις εφήμερες επιθέσεις σε Ιερούς Ναούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, επιθέσεις που ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν. Ο ίδιος φιλόσοφος υποστηρίζει ότι ο πολιτισμός είναι η «δεύτερη φύση του ανθρώπου, ο πραγματικός του κόσμος». Εάν λοιπόν, σύμφωνα με τον Γερμανό φιλόσοφο, ο πολιτισμός είναι η δεύτερη φύση του ανθρώπου αναρωτιέμαι ποια είναι η πρώτη.
Αυτή που προνοήσαμε και διδάξαμε μέσω της άκριτης φιλαυτίας, αδιαλλαξίας, εγωκεντρικότητας και μισαλλοδοξίας μας; Οι επιθέσεις και οι «βανδαλισμοί» σε Ιερούς Ναούς επί των ημερών μας, όλα αυτά τα έκτροπα είναι ενεργήματα των παιδιών μας, δηλαδή είναι απόρροια της δικής μας ιδεολογικής και πολιτισμικής μας ταυτότητας. Με άλλα λόγια, οι επιθέσεις των παιδιών μας είναι επιθέσεις δικές μας, μια και σήμερα καλούμαστε «πανηγυρικά» να «θερίσουμε» όσα τις τελευταίες δεκαετίες σπείραμε.

Έχω ταπεινά την αίσθηση ότι τα παιδία αυτά, γενικότερα όσοι εκφράζουν αυτή την αγανάκτηση της με παρόμοιες ενέργειες εναντίον Ιερών Ναών, όλοι αυτοί είναι θυμωμένοι με τον άμοιρο νεοελληνικό «πολιτισμό» μας, με τον δεσποκρατικό νεοελληνικό φεουδαρχισμό μας, τον ανερμάτιστο νεοπλουτισμό και «ωχαδελφισμό» μας.  Οι ως άνω επιθετικές ενέργειες, όσα ως «φληναφήματα» προτάσσονται και χαρακτηρίζονται από πολλούς, προσωπικά μου κεντρίζουν «μέχρι τρυγός» την κριτική αντιληπτική μου ικανότητα, Έχουν νεανικές αναζητήσεις. Έχουν δικαίωμα αναφαίρετο να περιστοιχίζονται από αναζητήσεις και ερωτήματα. Και «εν μέσω ποικίλων δυσκολιών συνειρεφών», απαιτούν απαντήσεις στα «θέλω» και στα «γιατί» που τους βασανίζουν. Σε αυτούς τους νέους λέγω, στα ερωτήματα αυτών των « περιθωριακών» και «κακομαθημένων» νέων, έχω την πλήρη και βεβαία πεποίθηση ότι οι απαντήσεις επί των ερωτημάτων τους δεν έχουν θέση σε άμβωνες, αλλά γίνονται στο πεζοδρόμιο, προσφέρονται και κατατίθενται στο «χώρο» τους, εάν  υπό τις παρούσες συνθήκες, έχουν ακόμη δικό τους χώρο. Όσο θα αντιμετωπίζουμε τα παιδιά μας από «αμβωνος» φοβούμαι συγκρατημένα, παρόμοια περιστατικά θα ενταθούν.

Όσοι λοιπόν, «κατοικόμενοι τω της ησυχίας έρωτι», όσοι απαθώς πολιτεύεστε ως «υψίκορμοι φοίνικες», εγκαταλείψατε ευθύς αμέσως το πάνυ « οτρητό έργο» των πολυτελών θώκων σας. Διαφορετικά, απαντήστε εσείς στον Γερμανό φιλόσοφο που, μεταξύ άλλων, κάνει λόγο για την «τυραννία της υπερτροφίας της ηθικής», η οποία φθάνει αργά και σταθερά να υποτάξει στη λογικοκεντρική της σκέπη, ακόμη και τη θρησκεία και το κράτος. Μα τότε, πριν εσείς απαντήσετε στα δικαίως ή αδίκως αγριεμένα και επιθετικά μάτια αυτών των περιθωριακών νέων, των παιδιών και των αδελφών μας, επιτρέψτε μου, με περισσό θράσος και θάρρος, να σας αφιερώσω τους γλαφυρούς στίχους του ποιητή: «Με ρούχ’ απλά. Ντύθηκε γρήγορα και ξέφυγε. Κάμνοντας όμοια σαν ηθοποιός, που όταν η παράστασις τελειώσει, αλλάζει φορεσιά και απέρχεται».